Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Βροχή

Φάνηκε για μια στιγμή μονάχα πως ο ήλιος έλαμπε. Μια μικρούλα στιγμή ήταν πάει και χάθηκε… φύσηξε πάλι ο αέρας και τα σύννεφα μαζεύτηκαν… μέρες τώρα δεν έλεγε να ξαστερώσει. Σκοτεινιά και βροχή. Αυτό ήταν. Οι άνθρωποι κακόκεφοι είχαν μαζευτεί στα σπίτια τους.

Κοιτούσα από το παράθυρο τα σπουργίτια που έψαχναν για τροφή. Δεν ξέρω πόση ώρα καθόμουν εκεί. Ο χρόνος είχε σταματήσει για μένα. Ο χρόνος είχε πάψει να υπάρχει εδώ και κάμποσες μέρες.

Φίλοι δεν έρχονταν στο σπίτι πια εδώ και καιρό. Δεν ξέρω γιατί. Σκέφτηκα πως θα είναι απασχολημένοι με τις ζωές τους και πως μάλλον δεν υπάρχει χώρος για μένα. Δεν με ενόχλησε αυτή η σκέψη και γι αυτό δεν ασχολήθηκα παραπάνω με το θέμα.

Καθώς κοιτούσα την βροχή που έπεφτε αποφάσισα να πάω μια βόλτα. Βγήκα στον δρόμο και άρχισα να περπατώ. Χάζευα τα κτίρια, τα αυτοκίνητα, τον βιαστικό κόσμο. Πόσο ξένα μου φαίνονταν όλα αυτά, πόσο παράξενα! Λες και δεν είχα περπατήσει ποτέ στην πόλη, στην ίδια πόλη που είχα γεννηθεί και μεγαλώσει, άρχισα να περιπλανιέμαι. Πόσο γκρίζα ήταν όλα! Πόσο μονότονα! Και όμως. Δεν πάει πολύς καιρός που όλα ήταν εντελώς διαφορετικά. Κόσμος χαρούμενος πηγαινοέρχονταν, τα παρτέρια ήταν καταπράσινα και γεμάτα λουλούδια, τα παιδιά έπαιζαν στις πλατείες και οι παρέες ξενυχτούσαν γλεντώντας.

Δεν χρειάστηκε παρά μόνο μια μέρα για να αλλάξουν τα πάντα…

Πόση ζέστη έκανε εκείνη τη μέρα! Θυμάμαι που πολλοί πήγαιναν στις πλατείες και δροσίζονταν στα σιντριβάνια. Στην κεντρική πλατεία θα γινόταν το βράδυ συναυλία ενός πολύ γνωστού συγκροτήματος και όλα ήταν ανάστατα. Προσπαθούσαν να στήσουν το ηχητικό σύστημα και εγώ όπως και αρκετοί άλλοι είχαμε πάει και χαζεύαμε. Καθόμασταν κάτω από τα δέντρα με την φίλη μου την Μαρία και συζητούσαμε περί ανέμων και υδάτων όταν ξαφνικά ένας ρακένδυτος άντρας ανέβηκε στην σκηνή και άρχιζε να ουρλιάζει πως το τέλος έρχεται, πως όλα είναι προδιαγεγραμμένα, πως είμαστε κοιμισμένοι ανόητοι που δεν βλέπουμε τι γίνεται μπροστά στα μάτια μας, πως για το μόνο που ενδιαφερόμαστε είναι οι εαυτούληδες μας και πως αυτό θα το πληρώσουμε πολύ ακριβά. Είμαστε πρόβατα που τα πάνε για σφαγή είπε, μας ταϊζουν με καταναλωτικά προϊόντα, κάνουν συναυλίες και φιέστες και με αυτόν τον τρόπο έχουν εξαγοράσει τις συνειδήσεις και τις ψυχές μας. Μίλησε για λίγη ώρα καθώς οι μισοί τον κοιτούσαν αποσβολωμένοι και οι υπόλοιποι τον χλεύαζαν. Κάποια στιγμή ήρθε η αστυνομία και τον μάζεψε.

Ύστερα θυμάμαι πως καθώς γύριζα σπίτι παραλίγο να με πατήσει ένα αυτοκίνητο. Χωρίς να δώσω καμία απολύτως σημασία συνέχισα τον δρόμο μου. Την αμέσως επόμενη μέρα άρχισε να βρέχει. Από τότε έχω να δω τον ήλιο… κλείστηκα μέσα περιμένοντας τον να βγει. Από τότε δεν έχω δει άνθρωπο. Και τώρα με την βροχή θα είναι κάπως δύσκολο να βρω κάποιον γνωστό.

Δεν βαριέσαι, λίγος αέρας θα μου κάνει καλό.

Πως έγιναν όλα τόσο μουντά; Περπατούν όλοι τυλιγμένοι στα αδιάβροχα τους και δεν μπορώ να ξεχωρίσω καν τα πρόσωπα τους!

- ο -Που χάθηκες εσύ; Γιατί δεν απαντάς στο τηλέφωνο; Ούτε στον υπολογιστή σου μπήκες; Σου έχω στείλει ένα σωρό mail! Δεν ήσουν σπίτι; Χτυπούσα μια ώρα χθες το κουδούνι!

Ήταν η Μαρία, δυσκολεύτηκα να την αναγνωρίσω, είχε γίνει και το δικό της πρόσωπο γκρίζο όπως και όλων των άλλων.

- Γι -Γιατί κυκλοφορείς με τόση ζέστη με το αδιάβροχο σου;

Την κοίταξα στα μάτια απορημένη. Εκείνη την στιγμή πήρε το μάτι μου την αντανάκλαση μας στην τζαμαρία ενός μαγαζιού απέναντι και κατάλαβα. Δεν ήταν ο κόσμος που είχε γίνει γκρίζος…

1 σχόλιο: